Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Βιειρίνια: Από τον ΠΑΟΚ ως τη Βόλφσμπουργκ...


 Μια και το θέμα του Βιειρίνια έχει ήδη αρχίσει ν' απασχολεί τον κόσμο -κάτι αναμενόμενο, άσχετα αν δεν υπάρχει βάσιμη προοπτική επιστροφής τη στιγμή αυτή-
ευκαιρία να διαβάσετε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το βιβλίο ''Το Τέλος της Επανάστασης'' που αναφέρεται στον Πορτογάλο αλλά και στα δεδομένα της πώλησής του στη Βόλφσμπουργκ..



Γνωρίζαμε εκ των προτέρων ότι η πώληση του Βιεϊρίνια δε θα ήταν εύκολη υπόθεση, αλλά ήταν μονόδρομος. Μπορεί ο κόσμος να είχε αρχίσει να συνηθίζει στην ιδέα, ειδικά μετά τη συνέντευξη τύπου του Ζήση, η θεωρία διαφέρει όμως από την πράξη. Άλλο είναι ν’ ακούς ότι θα πουλήσουμε τον Βιεϊρίνια κι άλλο να τον βλέπεις στα πράσινα της Βόλφσμπουργκ.


Ο δικός μας Αντελίνο

Ο Πορτογάλος ήταν μια ιδιαίτερη περίπτωση, αφού ο κόσμος τον αντιλαμβανόταν ως γέννημα θρέμμα της ομάδας. Μπορεί να μην ήταν Ελληνας, μπορεί να είχε έρθει από την Πόρτο, η όλη του πορεία όμως παρέπεμπε σε ποδοσφαιριστή που προερχόταν από τα γεννοφάσκια του ΠΑΟΚ.
Όντας χαμένος στ’ αζήτητα της Πόρτο, τον έφερε ο Σάντος και στον ΠΑΟΚ αναγεννήθηκε ποδοσφαιρικά. Ο ίδιος το εκτίμησε, αγάπησε την ομάδα και την πόλη, αγαπήθηκε από τον κόσμο και γενικότερα αναπτύχθηκε μια πολύ δυνατή σχέση.
Για την ποδοσφαιρική του αξία, ούτε λόγος βέβαια. Αν και η πώληση του ήταν κάτι που ο καθένας μπορούσε να φανταστεί ότι θα γινόταν κάποια στιγμή, ήταν δεδομένο πως όταν ερχόταν εκείνη η ώρα θα ήταν δύσκολη για όλους.
Για τη διοίκηση, η απόφαση ήταν ειλημμένη και τολμώ να εικάσω πως ακόμα κι αν ο ΠΑΟΚ δεν είχε το βραχνά της UEFA, ακόμα κι αν στην ομάδα υπήρχε επενδυτής και η βιωσιμότητά της δεν σχετιζόταν με τη χρηματιστηριακή αξία του Πορτογάλου, η πώλησή του ήταν σίγουρη όσο υπήρχαν στον ΠΑΟΚ Ζαγοράκης - Βρύζας.
Όντας αμφότεροι ποδοσφαιριστές, είχαν μια εντελώς διαφορετική οπτική από τη συνήθη του οπαδού στην κερκίδα, που μπορεί να ενθουσιαστεί από μια ντρίπλα ή ένα γκολ. Οι δύο διοικητικές κεφαλές της ομάδας συμφωνούσαν πως ο Αντρέ είχε φτάσει στα πικ της απόδοσης από την προηγούμενη χρονιά και αν δεν υπήρχε ο Μπόλονι θα είχε φύγει από το καλοκαίρι στην Αγγλία. Ο Ρουμάνος πίστευε πως πλάι του ο Βιεϊρίνια θα μπορούσε να γίνει πολύ καλύτερος.
Είναι αυτή η ποδοσφαιρική αίσθηση που την διαθέτουν όσοι έχουν παίξει μπάλα ειδικά σε υψηλό επίπεδο και “νοιώθουν” διαφορετικά όχι επειδή το διάβασαν, τους το είπαν, έτσι νομίζουν ή το έμαθαν, αλλά επειδή έχουν τους εαυτούς τους ως μέτρο σύγκρισης και άρα μπορούν να διαγνώσουν τα συμπτώματα πριν καλά-καλά αυτά εκδηλωθούν.


Η ιστορία του Πορτογάλου και
τα δεδομένα της πώλησης

Ο Βιεϊρίνια, αν και προικισμένος με μπόλικο ταλέντο, είχε έρθει σχεδόν τελειωμένος στον ΠΑΟΚ, έχοντας χάσει παντελώς την αυτοπεποίθησή του. Είχε και πρόβλημα με το φαγητό κι όπως συμβαίνει με πολλούς ανθρώπους όταν ταλαιπωρούνται ψυχολογικά, καταπολεμούν τη στεναχώρια τους βρίσκοντας παρηγοριά στη μάσα. Όταν είχε πρωτοεμφανιστεί στον ΠΑΟΚ θύμιζε γιουβαρλάκι, έδειχνε ωστόσο ότι το κατέχει το τόπι.
Ο Σάντος, που τον ήξερε σαν την παλάμη του χεριού του, δούλεψε πολύ μαζί του και τον απογείωσε ποδοσφαιρικά, αν και ο μικρός δεν απηλλάγη από τις κακές συνήθειες. Δεν είναι τυχαίο ότι την πρώτη του χρονιά στην ομάδα, όταν επανήλθε από πολύμηνη απουσία έπειτα από τραυματισμό που του προκάλεσε ο τότε ποδοσφαιριστής του Άρη Βιτόλο, δεν έβλεπε 11άδα, παρότι είχε αποθεραπευτεί και είχε εμφανώς ανάγκη από παιγνίδια. Το γεγονός ότι μετά το διάστημα της αποθεραπείας, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας έγινε στην πατρίδα του, επανεμφανίστηκε ξεχειλωμένος και πάλι, είχε εξοργίσει τον Σάντος. Γνωρίζοντας όμως το κουμπί του Αντρέ και με τον τελευταίο να θεωρεί τον Σάντος ως ποδοσφαιρικό του πατέρα, την επόμενη χρόνια εμφανίστηκε έτοιμος ν’ αφήσει τη σφραγίδα του στον ΠΑΟΚ και στο Ελληνικό Πρωτάθλημα. Θυμάμαι σαν τώρα την πρώτη του εμφάνιση μετά την προετοιμασία το καλοκαίρι του 2009, τότε που έσκασε μύτη εντελώς στεγνός και πραγματικό στυλάκι.
Τη χρονιά εκείνη όπως και την επόμενη έβγαζε μάτια κι έκανε πράγματα που βλέπαμε σπάνια στα ελληνικά γήπεδα. Όλα αυτά σε συνδυασμό με το αδαμάντινο του χαρακτήρα του, προκάλεσαν ένα πρωτοφανές δέσιμο με τον κόσμο, που μπορεί να κόβει εισιτήρια για να ενισχύει την ομάδα, έχει όμως ανάγκη και από ινδάλματα που θα του προσφέρουν όραμα και θ’ αποτελούν σημείο αναφοράς.
Και ο Βιεϊρίνια ήταν και με το παραπάνω.
Καλώς ή κακώς όμως, όπως συμβαίνει στη ζωή έτσι και στον αθλητισμό, όταν κάποιος πιάσει ταβάνι σε ατομικό επίπεδο, αρχίζει να μετρά αντίστροφα.
Και μπορεί να είναι δυσκολότερο να παραμείνεις στην κορυφή από το να ανέβεις, είναι ακόμα δυσκολότερο όμως να το πετύχεις σε μια χώρα υπανάπτυκτη ποδοσφαιρικά, όπου ο ανταγωνισμός είναι άγνωστη έννοια και σε ομάδα όπως ο ΠΑΟΚ που ούτε ευρωπαϊκή οργάνωση διέθετε ούτε είχε λύσει όλα της τα προβλήματα.
Όλα τα παραπάνω έχουν επιπτώσεις στην εξέλιξη κάθε αθλητή, που από ένα σημείο και μετά αντιλαμβάνεται ότι το ταβάνι του περιβάλλοντος που ζει και αναπνέει είναι ενδεχομένως χαμηλότερο από εκείνο που αξίζει πραγματικά.
Παρά το γεγονός λοιπόν ότι ο Μπόλονι πίστευε πως υπό την καθοδήγησή του ο παίκτης θα γίνει ακόμα καλύτερος, οι εμφανίσεις του Βιεϊρίνια δεν ξεπέρασαν το μέτριο ως μέσο όρο την τελευταία χρονιά. Εδειχνε κορεσμένος, χωρίς διάθεση να εξελιχθεί περισσότερο κι επαναλαμβάνω ότι θεωρώ πως ο ίδιος έφερε τη λιγότερη ευθύνη. Το ποιος έφταιγε και το αν η κατάσταση ήταν αναστρέψιμη, αποτελεί αντικείμενο φιλοσοφικής προσέγγισης των δεδομένων του ελληνικού ποδοσφαίρου και δεν είναι της στιγμής.
Ίσως να μην άξιζε τον κόπο, ίσως να ήταν μάταιο, ίσως να μην έφτανε ο χρόνος, αφού το συμβόλαιο του Αντρέ τελείωνε σε 1,5 χρόνο.
Σημειώστε επίσης πως ο Βιεϊρίνια είχε αλλάξει μάνατζερ, εγκαινιάζοντας συνεργασία με τον Βασίλη Τσάρτα, ο οποίος τον έψηνε από το καλοκαίρι για να τον κατεβάσει στον Ολυμπιακό. Αν δεν πωλούνταν το Γενάρη, τα περιθώρια θα στένευαν επικίνδυνα, αφού δύσκολα θα βρισκόταν ομάδα το καλοκαίρι του 2012 να πληρώσει ένα κάρο λεφτά, αγοράζοντας στην ουσία υπολειπόμενο συμβόλαιο διάρκειας ενός έτους. Όποιος τον ήθελε θα έκανε ένα χρόνο υπομονή και θα τον αποκτούσε ως ελεύθερο.
Το σημαντικό όμως ήταν ότι συνέβαινε αυτό ακριβώς που είχαν διαγνώσει τόσο ο Ζαγοράκης όσο και ο Βρύζας από την προηγούμενη χρονιά. Ότι ο παίκτης είχε φτάσει στα όριά του και είχε έρθει ο καιρός του αποχαιρετισμού.
Όσο σκληρό κι αν ακούγεται, όσο κι αν πονάει τον οπαδό που γουστάρει να ταυτίζεται με παίκτες, οι ταχύτητες στο σύγχρονο ποδόσφαιρο είναι τέτοιες που η ανανέωση πρέπει να είναι συνεχής και ασταμάτητη. Ο παίκτης πρέπει να πωλείται λίγο πριν φτάσει στα πικ του, τότε που η αξία του έχει αγγίξει στο υψηλότερο επίπεδο.
Βεβαίως και θα υπάρχουν εξαιρέσεις, αλλά ο κανόνας είναι αυτός που περιγράψαμε, ακόμα και για μια υγιέστατη ομάδα από οικονομικής άποψης. Ειδάλλως, ο παίκτης θα βαρεθεί, θα τον βαρεθεί κι ο κόσμος με τη σειρά του και η ζημιά θα είναι και οικονομική και αγωνιστική και συναισθηματική.
Ενδεικτικό είναι αυτό που συνέβη στο Λονδίνο, στον αγώνα με την Tottenham, όπου ο Βιεϊρίνια ήταν τραυματίας και τα δύο γκολ του ΠΑΟΚ προήλθαν από ισάριθμες ασίστ του Γεωργιάδη που τον αντικαθιστούσε. Παρακολουθώντας το ματς με φίλους, συμφωνήσαμε όλοι πως αν στη θέση του Γεωργιάδη ήταν ο Βιεϊρίνια, ενδεχομένως να είχε κάνει το κάτι παραπάνω που συνήθιζε και να μην πετυχαίναμε γκολ. Αν φέρετε τις φάσεις στο μυαλό σας θα συμφωνήσετε…
Διευκρινίζω και πάλι ότι οι παραπάνω διαπιστώσεις περιγράφουν την ποδοσφαιρική οπτική που αντιλαμβανόταν το θέμα το διοικητικό δίδυμο Ζαγοράκη - Βρύζα και τεκμηριώνουν την αίσθηση που είχα πως, ακόμα κι αν δεν υπήρχε οικονομικό πρόβλημα ο παίκτης θα είχε πωληθεί.
Η πραγματικότητα βεβαίως ήταν εντελώς διαφορετική, αφού η απειλή αποκλεισμού από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, καθιστούσε την πώληση του Βιεϊρίνια επιτακτική.
Ο κόσμος αγνοούσε ότι είχαμε κληθεί από την πειθαρχική επιτροπή της UEFA, έχοντας να αντιμετωπίσουμε εισήγηση τριετούς αποκλεισμού, όπως και η ΑΕΚ με τον Παναθηναϊκό. Η ιδιαιτερότητα ήταν ότι ο ΠΑΟΚ συνέχιζε σε ευρωπαϊκή διοργάνωση και τα χρονικά περιθώρια ήταν στενά.
Το έμαθε λίγες μέρες μετά όταν κληθήκαμε και επισήμως για να απολογηθούμε.


Το κόστος της μεταγραφής και
η πραγματική αξία του παίκτη

Ούτε κι εγώ βεβαίως γνώριζα ότι το Σαββατοκύριακο της Πρωτοχρονιάς, οι εξελίξεις έτρεχαν. Αργά το μεσημέρι της Δευτέρας πληροφορήθηκα ότι Βρύζας, Βιεϊρίνια, Τσάρτας πετάνε στη Γερμανία για να οριστικοποιήσουν τη μεταγραφή.
Το βράδυ στα ραδιόφωνα γινόταν πανικός, δικαιολογημένος μέχρις ενός σημείου και κατά μεγάλο ποσοστό αναμενόμενος.
Αν και υπήρχαν αρκετοί που αντιλαμβάνονταν την αναγκαιότητα όπως και τη σκοπιμότητα της πώλησης, εκείνο που προκαλούσε την περισσότερη γκρίνια ήταν το ποσό των 4,5 εκ. ευρώ της συμφωνίας, αφού τα έβρισκαν λίγα σε σχέση με την αξία του παίκτη και με δεδομένο ότι η Πόρτο θα καρπωνόταν περισσότερα από 1 εκ., αφού διατηρούσε ποσοστά μεταπώλησης.
Βεβαίως το να μιλάς για τέτοια θέματα έχοντας πλήρη άγνοια σημαντικών παραμέτρων, είναι το μόνο εύκολο.
Το ποσοστό της Πόρτο κατ’ αρχάς, ήταν κάτι με το οποίο έπρεπε να συμβιβαστούμε όλοι, αφού αφορούσε συμφωνία των δύο ομάδων που ήταν υπογεγραμμένη. Τη Βόλφσμπουργκ δεν την ενδιέφεραν οι επιμέρους συμφωνίες του ΠΑΟΚ, τόσο κοστολογούσαν τον παίκτη τόσα έδιναν.
Ο παίκτης ανήκε στον ΠΑΟΚ κατά μια άποψη όμως ήταν συνιδιοκτησία, οπότε ισχύει ό,τι και στην περίπτωση που έχεις μια ακριβή μεζονέτα, της οποίας κάποιος άλλος δικαιούται το 1/3 της αξίας της σε περίπτωση που την πουλήσεις.
Οι Γερμανοί επίσης πλήρωναν και την εφορία, το συμβόλαιο του παίκτη, ποσό διόλου ευκαταφρόνητο στο σύνολό του.
Το σημαντικότερο είναι όμως πως η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου ζούσε μέσα στη δική της εικονική πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία ο Βιεϊρίνια άξιζε πολύ περισσότερα από τα 4,5 εκ., επειδή τον έβλεπαν να κάνει ζογκλερικά, να περνάει τους αντιπάλους σαν σταματημένους και να βρίσκεται μια ταχύτητα πάνω από τους υπόλοιπους ποδοσφαιριστές στην Ελλάδα.
Έβλεπαν, ωστόσο, τα πράγματα από τη δική τους πλευρά, αδυνατώντας να αντιληφθούν ότι η υπεροχή του Πορτογάλου σε σχέση με τους υπόλοιπους παίκτες στην Ελλάδα, ισοσκελιζόταν από την περιορισμένη δυναμική του Ελληνικού Πρωταθλήματος. Μπορεί ο Βιεϊρίνια να ήταν μια κλάση πάνω από τους υπόλοιπους, αλλά το Ελληνικό Πρωτάθλημα ήταν –τουλάχιστον– μια ταχύτητα κάτω από τα προηγμένα ευρωπαϊκά, οπότε στην ουσία δε διέθετε το κάτι παραπάνω που θ’ ανάγκαζε μεγάλους ευρωπαϊκούς συλλόγους να ξηλωθούν ξοδεύοντας πολλαπλάσια χρήματα.
Τη διαφορά αυτή δε μπορούσαν να την αντιληφθούν οι αδαείς, που έχουν ως μέτρο σύγκρισης αποκλειστικά το ελληνικό ποδόσφαιρο, δυστυχώς γι’ αυτούς όμως οι ξένοι μανατζαραίοι και προπονητές δεν αρκούνται απλώς στο ταλέντο που αναδεικνύει ένας ποδοσφαιριστής, αφού συνυπολογίζουν το βαθμό δυσκολίας του πρωταθλήματος που αγωνίζεται.
Μην ξεχνάτε ότι στην Ελλάδα έκανε πλάκα ο 35άρης Ριβάλντο, που ποδοσφαιρικά ήταν τελειωμένος για την Ευρώπη, ότι τα τελευταία χρόνια παίκτες όπως ο Μιραλάς και ο Λέτο, που ξεχώριζαν σαν τη μύγα μες στο γάλα στο πρωτάθλημά μας, δεν είχαν θέση σε Σαιντ Ετιέν και Λίβερπουλ αντίστοιχα.
Βάλτε μέσα και τον Σισέ που πετύχαινε γκολ με το τσουβάλι στην Ελλάδα, αλλά έφυγε ως αποτυχημένος από τη Λάτσιο.
Ο Βιεϊρίνια, επίσης, δεν είχε συμμετοχές στην εθνική ανδρών της χώρας του που θα τον καθιέρωναν περισσότερο στο πανευρωπαϊκό στερέωμα και σε τελική ήταν από τις ακριβότερες μεταγραφές για τα ελληνικά δεδομένα.
Πολύ περισσότερα είχε εισπράξει ο Ολυμπιακός για τον Καστίγιο, έπειτα όμως από εκπληκτικές εμφανίσεις του Μεξικάνου στο Copa America, που απογείωσαν τη χρηματιστηριακή αξία του. Σε περίπτωση που ο Βιεϊρίνια είχε κάνει κάτι ανάλογο σε Μουντιάλ ή Πανευρωπαϊκό με την εθνική της χώρας του, τα 4,5 εκ. θα ήταν ­όντως λίγα. Δεν το έκανε όμως και τούτο είναι που μετράει…
Ο παίκτης είχε επίσης προτάσεις από Ουκρανία - Ρωσία, με περισσότερα χρήματα, αφού οι ομάδες από εκείνα τα μέρη ξοδεύουν ασύστολα, δεν το συζητούσε όμως, αφού θεωρούσε ότι θα υποβάθμιζε την καριέρα του. Την προοπτική της Ρωσίας την ξέκοψε ο ΠΑΟΚ, αφού η Ζενίτ τον ζητούσε για το Μάρτιο του 2011, τότε που ξεκινούσε το ρωσικό πρωτάθλημα αλλά το ελληνικό ήταν ακόμα σε εξέλιξη.
Σε κάθε περίπτωση, οι κανόνες της αγοράς δεν καθορίζονται από τα πιστεύω, τις φαντασιώσεις ή τις επιθυμίες μας. Δε γίνεται να είμαστε εμείς οι έξυπνοι-παντογνώστες και οι εξειδικευμένοι Ευρωπαίοι των προηγμένων πρωταθλημάτων να είναι άσχετοι. Αν ο Βιεϊρίνια άξιζε παραπάνω –βάσει της εικόνας που έδειξε στον ­ΠΑΟΚ– δε θα είχαν ενδιαφερθεί γι’ αυτόν μικρομεσσαίες ομάδες που παλεύουν για τη σωτηρία τους στην Αγγλία και τη Γερμανία.
Αποδείχτηκε και στην πράξη από την αδυναμία άμεσης προσαρμογής του παίκτη στη Βόλφσμπουργκ, αφού η διαφορά ρυθμού και έντασης του προκάλεσαν τραυματισμούς, με αποτέλεσμα να μείνει πίσω.
Οπότε, ό,τι και να λέμε εμείς είναι περιττό, όταν μιλούν τα γεγονότα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου